Feeds:
Δημοσιεύσεις
Σχόλια

Posts Tagged ‘Άρης Θεσσαλονίκης’

Βιβλίο: «Ποδόσφαιρο 1914-2000, Η Ιστορία του ΑΡΗ, τόμος 1» του Κωνσταντίνου Ίντου

Η Βίβλος του ΑΡΗ..

Πρόκειται για μια πολυσέλιδη, έγχρωμη και υπερπολυτελή έκδοση που αριθμεί 248 σελίδες εκ των οποίων οι 112 τετράχρωμες και οι 136 δίχρωμες.

Στο πλούσιο φωτογραφικό υλικό των 540 εικόνων, που είναι πραγματικό ντοκουμέντο, υπάρχουν:
– 357 ομαδικές φωτό, με 11άδες, 16άδες, 22άδες
– 147 ατομικές φωτό, προέδρων, προπονητών, ποδοσφαιριστών
– 17 φωτό με λαό, ενσωματωμένες στο κείμενο για το ιστορικό ίδρυσης του SUPER 3
– 19 φώτο διάφορες.

Μια και το βιβλίο καταπιάνεται με τον 20ο αιώνα, από το 1914, μέχρι το 2000 ο κίτρινος Θεός του πολέμου έδωσε 2036 επίσημες αναμετρήσεις, σε όλες τις διοργανώσεις.

Καταγράφονται τα αποτελέσματα στους εξής θεσμούς:
– Τα 253 ματς στο Πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης
– Τα 33 ματς στο πρωτάθλημα Βορείου Ομίλου
– Τα 117 ματς στο Πανελλήνιο πρωτάθλημα
– Τα 648 ματς στην ερασιτεχνική Α’ Εθνική
– Τα 659 ματς στην επαγγελματική Α’ Εθνική
– Τα 34 ματς στο Πρωτάθλημα της Β’ Εθνικής
– Τα 3 ματς στο θεσμό του Λιγκ Καπ
– Τα 36 ματς της Ευρώπης
– Τα 253 ματς στο Κύπελλο Ελλάδας.

Παρουσιάζονται με αλφαβητική σειρά οι 502 ποδοσφαιριστές των επίσημων αγώνων και οι 148 των φιλικών συναντήσεων.

Ο τόμος είναι καθαρά ποδοσφαιρικός και πωλείται από την μπουτίκ του SUPER-3, απέναντι από το γήπεδο Χαριλάου, στην τιμή των 25 ευρώ.

Πηγή: http://www.super3.gr/main.asp

Read Full Post »

Μελετήσαμε τα κείμενα της «Λέσχης Φίλων του ΑΡΗ» (Καταστατικό, Αρχές ίδρυσης και λειτουργίας) που βρίσκονται αναρτημένα στην επίσημη ιστοσελίδα της ΠΑΕ. Πρόκειται για κείμενα που ανοίγουν μια νέα σελίδα στα ποδοσφαιρικά πράγματα της χώρας μας, αφού μέσα στις δύσκολες συνθήκες της παντοδυναμίας (οικονομικής και πολιτικής) των μεγαλοεπιχειρηματιών που αλωνίζουν, προτείνει το αυτονόητο: να πάρουν οι φίλαθλοι του ΑΡΗ τις τύχες της ομάδας τους στα χέρια τους. Ωστόσο έχουμε να κάνουμε τις εξής επισημάνσεις:

1. Στο καταστατικό και στην παρουσίαση των αρχών της ίδρυσης και λειτουργίας της «Λέσχης φίλων» στην επίσημη ιστοσελίδα, φαίνεται να υπάρχουν κάποιες αντιφάσεις, οι οποίες προκαλούν σύγχυση και ενδεχομένως αφήνουν παραθυράκια για την είσοδο – μέσα σε κάποια «συγκυρία» – κάποιου «καλοπροαίρετου» επενδυτή.

Από τη μία, στα επίσημα κείμενα της «Λέσχης φίλων» αναγνωρίζεται ότι «….κανένας «επενδυτής» δεν πρόκειται να μην έχει την λογική απαίτηση να κερδίσει χρήματα…» και ότι «…οι απαιτήσεις του σύγχρονου ποδοσφαίρου ποτέ δεν ικανοποιήθηκαν από τους μεγαλοϊδιοκτήτες των ομάδων, ιδίως στην Ελλάδα, καθώς έρχονταν σε άμεση σύγκρουση με τα δικά τους (σ.σ. των φιλάθλων) συμφέροντα…».

Από την άλλη, δεν αποκλείεται ότι η «Λέσχη» θα μπορούσε να αποδεχθεί «…την χρηματοδότηση των επιχειρηματικών σχεδίων από κάποιον «επενδυτή» ο οποίος θα έδιδε μεγαλύτερη ώθηση στην εκπλήρωση των φιλοδοξιών των φιλάθλων…».

Επίσης υπάρχουν οι εξής θέσεις:

· «Η επιχειρηματική δραστηριότητα δεν πρέπει να έρχεται σε σύγκρουση με τις κοινωνικές και συλλογικές φίλαθλες απαιτήσεις ενώ ταυτόχρονα αρχές όπως του «ενεργού (φιλάθλου) καταναλωτή», έχουν μεγάλη εφαρμογή στο ποδόσφαιρο, όπως σε κάθε άλλη γρήγορα αναπτυσσόμενη σύγχρονη βιομηχανία

· «…το στρεβλά αναπτυγμένο οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον (….) δεν εξασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού ,αλλά απλώς προστατεύει, με θεμιτά αλλά και συχνά αθέμιτα μέσα, τα συμφέροντα των οικονομικά ισχυρότερων…»

· «…Ταυτόχρονα (η Λέσχη) δεν απαγορεύει σε κανένα επιχειρηματικό σχήμα να επενδύσει στην ομάδα αναλαμβάνοντας το management αλλά με όρους και στόχους που θέτουν οι ίδιοι οι φίλαθλοι..»

Όμως η επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή η δραστηριότητα των επιχειρηματιών στο χώρο του ποδοσφαίρου, δεν μπορεί παρά να έρχεται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των φιλάθλων και της κοινωνίας γενικότερα, αφού η λειτουργία του ποδοσφαίρου στη λογική της «ομάδας-επιχείρησης» σημαίνει επικράτηση των ανελέητων «νόμων της αγοράς» που σημαίνει ανταγωνισμούς χωρίς όρια, συγκέντρωση ισχύος σε λίγους, επικράτηση του «ισχυρού» και εντέλει, ποδόσφαιρο της «παράγκας», των «σικέ» παιχνιδιών των «απρόσεκτων» διαιτητών, του τηλεοπτικού χρηματιστηρίου και του «πάμε στοίχημα».

Ακόμη, οι διάφορες εκφράσεις που συναντάμε, όπως «αξία του προϊόντος», «ποδόσφαιρο-σύγχρονη βιομηχανία», «φίλαθλος πελάτης – καταναλωτής», ενδεχόμενα δημιουργούν την εντύπωση ότι υπάρχει εμπιστοσύνη στην «επιχειρηματικότητα» στο χώρο του ποδοσφαίρου, αρκεί να μην πρόκειται για την «κακώς εννοούμενη επιχειρηματικότητα» ή την επιχειρηματικότητα των μεγαλοεπενδυτών.

Η έλλειψη καθαρής ανάλυσης της πραγματικότητας στο ελληνικό ποδόσφαιρο αλλά και καθαρής γραμμής ρήξης με το σάπιο οικοδόμημα της Σούπερ Λίγκας είναι μεγάλης σημασίας. Η αποφυγή λαθεμένων αποφάσεων στο μέλλον και η σιγουριά στις κινήσεις της ομάδας, δεν εξαρτώνται μόνον από τις προθέσεις της διοίκησης – οι οποίες είναι αναμφίβολα καλές – αλλά κυρίως από την ορθή ανάλυση της πραγματικότητας, τις σταθερές θέσεις και τους ξεκάθαρους στόχους.

Τα τελευταία χρόνια, η ακούραστη δουλειά των φιλάθλων του ΑΡΗ με επικεφαλής την διοίκηση έχει φέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα, Η συνεχής ενίσχυση της οικονομικής θέσης της ομάδας με τα δικά της μέσα, η απόλυτη και σε γερά θεμέλια εξυγίανση της, η πολύ καλή αγωνιστική της πορεία και οι διαφαινόμενες προοπτικές της, αποτελούν ακράδαντες αποδείξεις ότι δεν είναι καθόλου αναγκαία η ύπαρξη μεγαλομετόχου. Αντίθετα μάλιστα, η παρουσία μεγαλοεπιχειρηματιών στην διοίκηση της ομάδας θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια ξανά στην καταστροφή, όπως συνέβη στο πολύ πρόσφατο παρελθόν.

Κατά την γνώμη μας λοιπόν, θα έπρεπε να υπάρχει μία εκ των προτέρων απόλυτη απόρριψη κάθε περίπτωσης «εισόδου» στα πράγματα της ομάδας του ΑΡΗ οποιουδήποτε επίδοξου επενδυτή, όσο «καλοπροαίρετος» και αν φανεί. Η «Λέσχη φίλων» δεν θα πρέπει να “φοβηθεί” να δηλώσει ξεκάθαρα ότι είναι ενάντια στην εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου, ενάντια σε κάθε επιχειρηματική δράση στο χώρο του ποδοσφαίρου. Όταν δέχεσαι την επιχειρηματικότητα στο ποδόσφαιρο, είσαι υποχρεωμένος να δεχτείς και την εισβολή των νόμων της αγοράς.

Πιστεύουμε ακόμη, ότι η «Λέσχη φίλων» θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε η αντίληψη αυτή να απλωθεί σιγά-σιγά σε όλη την Ελλάδα και να υιοθετηθεί και από φίλους άλλων ομάδων. Διότι, όπως είναι γνωστό, ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη.

2. Το υψηλό κόστος εγγραφής των 50 και το κόστος της ετήσιας εισφοράς (από 100 €) στη «Λέσχη φίλων» είναι οικονομικά άδικο και απαγορευτικό για αρκετούς χαμηλόμισθους ή υποαπασχολούμενους φίλους του ΑΡΗ που καλούνται ουσιαστικά να καταβάλουν τουλάχιστον 150 € για να εγγραφούν. Δίκαιο θα ήταν η ετήσια εισφορά να οριστεί με βάση το εισόδημα του φιλάθλου.

Για παράδειγμα, η εγγραφή θα μπορούσε να είναι δωρεάν και η ετήσια εισφορά για εισοδήματα έως 30.000 € θα μπορούσε να οριστεί στο 1% του ετήσιου εισοδήματος, για εισοδήματα από 30.000 € έως 50.000 € θα μπορούσε να οριστεί στο 1,5%, για εισοδήματα από 50.000 € έως 100.000 € θα μπορούσε να οριστεί στο 2% και για εισοδήματα από 100.000 € και άνω θα μπορούσε να οριστεί στο 3%.

Έτσι για φίλους του ΑΡΗ με μηνιαίο εισόδημα :

  • 650 € (ετήσιο εισόδημα 7.800 €) η ετήσια εισφορά (μαζί με την εγγραφή) θα ήταν 80 €.
  • 1.000 € (ετήσιο εισόδημα 12.000 €) η ετήσια εισφορά (μαζί με την εγγραφή) θα ήταν 120 €.
  • 1.650 € (ετήσιο εισόδημα 20.000 €) η ετήσια εισφορά (μαζί με την εγγραφή) θα ήταν 200 €.
  • 3.300 € (ετήσιο εισόδημα 40.000 €) η ετήσια εισφορά (μαζί με την εγγραφή) θα ήταν 600 €.
  • 5.800 € (ετήσιο εισόδημα 70.000 €) η ετήσια εισφορά (μαζί με την εγγραφή) θα ήταν 1.400 €. κλπ.

Τα χρήματα που θα συγκεντρωθούν με αυτόν τρόπο, θα είναι ίσως περισσότερα από ότι με την παρούσα μέθοδο, αφού εκατοντάδες (αν όχι χιλιάδες) οπαδοί της ομάδας, τα βγάζουν δύσκολα οικονομικά και ενώ θέλουν να βοηθήσουν, διστάζουν να εγγραφούν στην «Λέσχη».

3. Πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε ποια αναγκαιότητα εξυπηρετεί η παράγραφος του καταστατικού της «Λέσχης φίλων» που καθορίζει ότι το δικαίωμα του εκλέγεσθαι το έχουν μόνο τα μέλη που πληρώνουν εισφορά 1000 €. Αναμφισβήτητα, η σύνδεση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι με το ποσό της ετήσιας εισφοράς δεν είναι δημοκρατικό μέτρο, αφού το δικαίωμα του εκλέγεσθαι αποδίδεται στα μέλη, με βάση την τους οικονομική δυνατότητα. Πιστεύουμε ότι οι διοικητικές ικανότητες και το μεράκι μπορούν να βρεθούν και σε φίλαθλους που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα και δεν μπορούν να καταβάλουν το ποσό των 1000 €.

4. Η συζήτηση για την εκχώρηση μέρους του «management» της ομάδας στον Φερέρ, αποδείχθηκε επικίνδυνη. Σε κάθε περίπτωση, η εμπλοκή του στα θέματα του ΑΡΗ, έστω και την τελευταία στιγμή, αποτράπηκε, αφού ο ίδιος αποκαλύφθηκε ως τυχοδιώκτης και καιροσκόπος. Η περιπέτεια αυτή μπορεί να μην κόστισε (από όσο γνωρίζουμε) οικονομικά στον ΑΡΗ, αλλά οπωσδήποτε αποπροσανατόλισε το έργο της διοίκησης, η οποία εντέλει είχε τα σωστά αντανακλαστικά.

Συνοψίζοντας, πιστεύουμε ότι η «Λέσχη Φίλων» και η παρούσα διοίκηση του ΑΡΗ αξίζουν την υποστήριξη όλων των φιλάθλων, όχι μόνον του ΑΡΗ. Και οι κριτικές επισημάνεις μας έχουν αυτόν ακριβώς τον στόχο. Την ενίσχυση αυτής της προσπάθειας για το καλό του ΑΡΗ και το καλό του ελληνικού ποδοσφαίρου γενικότερα.

Read Full Post »

Μέσα στα ασφυκτικά πλαίσια της σημερινής ποδοσφαιρικής πραγματικότητας (που περιγράφεται αναλυτικά στο άρθρο «Ελληνικό Ποδόσφαιρο: Ανάλυση μιας πραγματικότητας»), η κατάσταση στον ΑΡΗ των τελευταίων δύο χρόνων έχει κατά την γνώμη μας τα εξής θεμελιώδη θετικά χαρακτηριστικά:

1. Ο ΑΡΗΣ δεν αποτελεί ιδιοκτησία κάποιου μεγάλου επιχειρηματικού ομίλου καθώς δεν υπάρχει κανείς μεγαλομέτοχος και οι μετοχές της ΠΑΕ αποδόθηκαν στον ερασιτέχνη Α.Σ. ΑΡΗ που έχει τον ρόλο οικονομικού θεματοφύλακα. Ουσιαστικοί «ιδιοκτήτες» του συλλόγου είναι πλέον οι φίλοι της ομάδας. Έτσι η σημερινή διοίκηση του ΑΡΗ φαίνεται να κινείται έξω από επιχειρηματικές λογικές και δεν λειτουργεί με γνώμονα το προσωπικό κέρδος των διοικούντων. Οι οικονομικές δραστηριότητες της ΠΑΕ αποσκοπούν στην ενίσχυση του συλλόγου.

2. Έγιναν πολύ σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού των αρχών λειτουργίας του ΑΡΗ, αφού η ΠΑΕ – σύμφωνα με το καταστατικό της «Λέσχης φίλων» – βρίσκεται κάτω από τον άμεσο έλεγχο των φίλων της ομάδας, οι οποίοι έχουν αποφασιστικό ρόλο μέσα από την Γενική Συνέλευση της «Λέσχης φίλων». Έτσι, μέσω της «Λέσχης φίλων» επιχειρείται να λειτουργήσει η ΠΑΕ ΑΡΗΣ ως αθλητικός φορέας με «λαϊκή βάση».

3. Με την ίδρυση της «Λέσχης φίλων» δημιουργηθήκαν οι προϋποθέσεις ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους απλούς φίλους του ΑΡΗ να βρεθούν πιο κοντά στις αποφάσεις, να ασκούν έλεγχο στη διοίκηση και να συμμετέχουν στις εκλογές. Είναι σαφές ότι η διοίκηση στηρίζει πολλά στην συσπείρωση των φίλων της ομάδας και στην μαζικοποίηση της «Λέσχης φίλων».

4. Στηρίζονται εδώ και πολλά χρόνια τα τμήματα υποδομής με στόχο την ενίσχυση της πρώτης ομάδας με ταλαντούχα ελληνόπουλα. Η δραστηριότητα αυτή δεν φαίνεται να έχει σαν κίνητρο την κερδοσκοπία, δηλαδή την παραγωγή παικτών προς πώληση στις ισχυρές οικονομικά ομάδες της Αθήνας ή του εξωτερικού.

Read Full Post »

Για την «πολυμετοχικότητα» και τις ελπίδες των φιλάθλων του ΠΑΟ..

Πηγές:

http://www.goalday.gr/article.asp?catid=10559&subid=2&tag=7761&pubid=1068040

http://www.contra.gr/Soccer/Hellas/Superleague/Panathinaikos/199566.html

«Πολυμετοχικότητα». Που πάει να πει, ο παλιός ο νταβατζής κάνει συνεταίρους του άλλους τρεις φιλόδοξους νταβατζήδες. Που θα βάλουν λέει λεφτά…«από την τσέπη τους».

Είναι πραγματικά θλιβερό να εναποθέτουν ορισμένοι φίλαθλοι τις ελπίδες τους σε πρόσωπα και οικογένειες που αποτελούν την αφρόκρεμα μιας κοινωνικής τάξης (μεγαλολεφτάδες, πλουτοκράτες όπως θέλετε πέστε τους..) που έχει θεό της το ΚΕΡΔΟΣ και έχει κάνει επιστήμη την κομπίνα, την μίζα, την εξαγορά συνειδήσεων, την διαπλοκή με πολιτικούς και ΜΜΕ, την αποβλάκωση των οπαδών και είναι υπεύθυνη για το χάλι του ποδοσφαίρου.

Είναι τραγικό να ελπίζουν σε αυτούς που πίνουν το αίμα όλων μας κερδοσκοπώντας με την βενζίνη και το πετρέλαιο.

Να ελπίζουν σε όλους αυτούς τους τοκογλύφους που με τις τράπεζες τους μας γδέρνουν γιατί είχαμε την ανάγκη να πάρουμε ένα αμάξι, ένα στεγαστικό.

Να εμπιστεύονται τα λόγια αυτών που έχουν στόλους με σαπιοκάραβα που για χάρη των κερδών τους δεν τα αντικαθιστούν και κάθε τόσο πνίγουν επιβάτες και πληρώματα.

Να περιμένουν την πρόοδο από αυτούς που τζογάραν στις πλάτες μας τον ΟΤΕ και ότι άλλο ήταν περιουσία που φτιάξαν οι πατεράδες μας με τους φόρους που πληρώνουν.

Για να εναποθέσεις τις ελπίδες σου στους εφοπ-ΛΗΣΤΕΣ και καπιτα-ΛΗΣΤΕΣ πρέπει ή να είσαι εντελώς άσχετος, απληροφόρητος ή να έχει γίνει εντελώς σούπα «ο μυαλός σου». Οι εφοπ-ΛΗΣΤΕΣ και καπιτα-ΛΗΣΤΕΣ αγοράζουν ή ιδρύουν τηλεοπτικά κανάλια και άλλα ΜΜΕ, αγοράζουν ομάδες ποδοσφαιρικές κλπ, όχι γιατί πιστεύουν στην καλή ενημέρωση ή επειδή αγαπούν το άθλημα, αλλά επειδή ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΣΤΑ ΜΥΑΛΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ώστε να έχουν μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική επιρροή και να κάνουν πιο καλές μπίζνες.

Είναι δα τόσο δύσκολο να ανακαλύψει κανείς αυτό το τόσο οφθαλμοφανές πράγμα ??

Ο αρχι-ιδιοκτήτης Τζίγκερ και η «οικογένεια» δεν είχε περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες πέρυσι και πρόπερσι. Ούτε αντιμετωπίζει οικονομικά ζόρια φέτος. Απλώς βάζει τον «Mr MIG» και τον άλλον στο παιχνίδι, προσπαθώντας να θολώσει τα νερά και να βουλώσει τα στόματα των φιλάθλων του ΠΑΟ που αντιδρούν, παίρνοντας ταυτόχρονα από τους νέους συνιδιοκτήτες οικονομικά και άλλα ανταλλάγματα που αφορούν στην μοιρασιά της «αγοράς».

Έτσι, ο οικονομικός ανταγωνισμός μεταξύ των μεγαλοεπενδυτών στο ελληνικό ποδόσφαιρο θα είναι του χρόνου ανελέητος, δίχως όρια, ακόμη πιο σκληρός, και οι βρωμιές θα ξεχειλίσουν.

Read Full Post »

Η κατάσταση στο ποδόσφαιρο πριν από την ίδρυση της Σουπερλίγκας

Από το 1979 που και στην Ελλάδα καθιερώθηκε το επαγγελματικό μοντέλο, έχουν περάσει 29 χρόνια. Σ’ αυτά τα χρόνια, οι πολιτικοί και αθλητικοί αρμόδιοι παρέδωσαν σταδιακά το ποδόσφαιρο στους επιχειρηματίες και το μετέτρεψαν από παιχνίδι των πολλών σε μπίζνα των λίγων με πολλούς καταναλωτές.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 έβαλε σαν στόχο, ο αθλητισμός (άρα και το ποδόσφαιρο), ο πολιτισμός, ο κινηματογράφος, η «οπτικοακουστική ψυχαγωγία», να μεταμορφωθούν ακόμη εντονότερα σ’ έναν προσοδοφόρο εμπορικό προϊόν, εντάσσοντας το στα πλαίσια της «βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου».

Ευάγγελος Βενιζέλος και Γιώργος Ορφανός, Υφυπουργός Αθλητισμού (2004-2007)

Τα προεόρτια της Σούπερ Λίγκας

Από τη στιγμή που δημοσιοποιήθηκε η κίνηση των επιχειρηματιών, για τη δημιουργία του νέου φορέα, οι υποσχέσεις για κάτι «νέο» και «διαφορετικό» έδιναν και έπαιρναν: «Νέα σελίδα», «νέες αντιλήψεις» κλπ. Ουσιαστικά όμως, το «νέο» δημιουργήθηκε με τα «παλιά υλικά»… Οι ίδιοι άνθρωποι που έφτιαξαν και στήριξαν το «παλιό», τώρα κατακεραύνωναν το παλιό και εξυμνούσαν το «νέο».

Η ζύμωση είχει ξεκινήσει χρόνια πριν. Ενδεικτικά παραθέτουμε την τοποθέτηση του τότε υπουργού Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλου, σε ημερίδα του ιδρύματος Κόκκαλη, με θέμα: «Ο αθλητισμός ως αναπτυξιακός παράγων της νέας οικονομίας» (23/9/2003): «Ο αθλητισμός όπως και ο πολιτισμός ανήκουν σε ένα εξαιρετικά γόνιμο και κερδοφόρο πεδίο επιχειρηματικής και, γενικότερα, οικονομικής δραστηριότητας, που είναι αυτό που ονομάζουμε συνήθως η «οικονομία του ελεύθερου χρόνου». Ο ελεύθερος χρόνος, ως αντικείμενο οικονομικής δραστηριότητας, έχει τεράστιο ενδιαφέρον. Όλο αυτό που λέγεται ελεύθερος χρόνος για ψυχαγωγία συγκροτεί μια τεράστια αγορά υπηρεσιών και αγαθών και διαμορφώνει πολύ σημαντικά οικονομικά μεγέθη».

Έτσι, οι γαλαζοπράσινες κυβερνήσεις σε αγαστή συνεργασία με τους επιχειρηματίες-παράγοντες, έστησαν το «νέο» μοντέλο.

Κάποιοι όμως είχαν προβλέψει το τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Το ΚΚΕ είχε πει για την δημιουργία της Σούπερ Λίγκας: «H δημιουργία της Λίγκας, κατ’ εντολή των συμφερόντων των μεγάλων ΠΑΕ, θα οξύνει περισσότερο τον ανταγωνισμό, θα επιταχύνει τη γιγάντωση σε βάρος των μικρότερων ομάδων και στην πορεία θα θέσει υπό αμφισβήτηση ακόμα και τη διεξαγωγή του ίδιου του πρωταθλήματος».

Παρουσίαση του σχεδίου σύστασης της Σούπερ Λίγκας.

Κατά την παρουσίαση του σχεδίου σύστασης της Σούπερ Λίγκας ο νομικός εκπρόσωπος της Σούπερ Λίγκα, Γ. Βεκρής, μίλησε για «αξιοποίηση του προϊόντος που λέγεται ποδόσφαιρο».

Εξίσου χαρακτηριστική είναι και η αποστροφή, ενός εκ των συμμετεχόντων, του Γ. Βαρδινογιάννη: «Η νέα δομή είναι κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Αλλά με τρόπο που οι μέτοχοί της (σ.σ. δηλαδή οι ΠΑΕ) θα παίρνουν όσα δικαιούνται, χωρίς να στέκονται στην ουρά»…

Στη μελέτη που παρουσιάστηκε ήταν ξεκάθαρο ότι το ζητούμενο ήταν η «…Δυνατότητα Εμπορικής Αξιοποίησης του «ποδοσφαιρικού προϊόντος» προς όφελος των μελών του με περιορισμένη κρατική εποπτεία από το ΥΠΕΘΟ».

Πρώτη χρονιά λειτουργίας της Σούπερ Λίγκας ( 2006 – 2007 )

Ο νόμος με τον οποίο δημιουργήθηκε η Σούπερ Λίγκα («Ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία αθλητικών επαγγελματικών ενώσεων και άλλες διατάξεις»), ήταν στα μέτρα των επιχειρηματιών. Μεταξύ άλλων, ρυθμίστηκαν ευνοϊκά για τα ιδιωτικά συμφέροντα τα διάφορα χρέη των ΠΑΕ προς το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ δεν έλειψαν και οι διατάξεις για φοροελαφρύνσεις των διαφόρων «επενδυτών».

Το Δημόσιο παρέμεινε ο μέγας χορηγός των μεγαλοεπιχειρηματιών. Τα έσοδα από χορηγίες που έπρεπε να συγκεντρώσει η διοίκηση της Σούπερ Λίγκας είχαν προϋπολογιστεί σε περίπου 16 εκατ. ευρώ. Όμως στον πρώτο χρόνο της λειτουργίας της, εξασφάλισε μόνο μια χορηγία, περίπου 200 χιλ. ευρώ. Έτσι, στράφηκε στο μόνιμο χορηγό του επαγγελματικού πρωταθλήματος, το κράτος, δηλαδή σε όλους εμάς.

Αρχικά οι μεγαλοεπιχειρηματίες απαίτησαν να τους δώσει ο ΟΠΑΠ 40 εκατ. ευρώ ετησίως!.. Αφού η απαίτησή τους δεν έγινε δεκτή, δέχτηκαν τα περίπου 6 εκατ. ευρώ…

Τα παραπάνω τεκμηριώνει η αναφορά (σε συνέντευξη στην εφημερίδα «GOALnews» 10/10/2007), του Μπ. Παυλόπουλου, ενός εκ των παλαιοτέρων στελεχών του επαγγελματικού ποδοσφαίρου (πλέον σύμβουλος του ΟΠΑΠ) και βαθύ γνώστη των πραγμάτων: «η πολιτεία έφθασε στο σημείο να δίνει 9 εκατ. ευρώ για ατομικές χορηγίες στις ΠΑΕ, 6 εκατ. ευρώ ως κεντρική χορηγία στη Σούπερ Λίγκα και 3 εκατ. ευρώ από το ΠΡΟΠΟ. Δηλαδή 18 εκατ. ευρώ. Προσθέστε και άλλα σημαντικά προνόμια, καθώς και έργα στα γήπεδα τα τελευταία 2,5 χρόνια. Ίσως σωρευτικά να φτάνουν και τα 40 εκατ. ευρώ»…

Στη πρώτη χρονιά λειτουργίας της Σούπερ Λίγκας (2006-2007), τα πράγματα δεν πήγαν ιδιαίτερα καλά για το «προϊόν» που προσέφεραν, όσον αφορά τα κέρδη (ο κόσμος δεν πατούσε στα γήπεδα), ενώ όσο και εάν προσπάθησαν να καλύψουν τα κακώς κείμενα δεν το κατάφεραν.

Βία, προκλητικές διαιτησίες, κακό θέαμα και μάχη συμφερόντων ήταν αυτά που κυριάρχησαν. Τα πάντα ήταν τόσο «μαύρα», που αρκετές φορές ακόμα και ολόκληρο το οικοδόμημα της Σούπερ Λίγκας κινδύνεψε, εξαιτίας του εσωτερικού πολέμου συμφερόντων των μεγαλοεπιχειρηματιών.

Δεύτερη χρονιά λειτουργίας της Σούπερ Λίγκας ( 2007 – 2008 )

Κατά την δεύτερη χρονιά λειτουργίας της Σούπερ Λίγκας, συνεχίστηκε ακόμη πιο έντονα η κρατική πριμοδότηση των μεγαλοεπιχειρηματιών. Τη στιγμή που η ανεργία, τα χαμηλά μεροκάματα, η ακρίβεια, οι φόροι χτυπούσαν όλο και περισσότερο τον έλληνα εργαζόμενο, στους επιχειρηματίες δόθηκαν νέα προνόμια και ευκαιρίες απαλλαγών. Κυβέρνηση, ΟΠΑΠ και Σούπερ Λίγκα παρουσίασαν τη χορηγία του επαγγελματικού πρωταθλήματος. Με τις ευλογίες της κυβέρνησης, η Σούπερ Λίγκα έλαβε περίπου 17 εκατ. ευρώ (την προηγούμενη χρονιά το αντίστοιχο ποσό ήταν περίπου 6 εκατ. ευρώ) με την μερίδα του λέοντος να την καρπώνονται και πάλι κυρίως οι δύο μεγάλες ΠΑΕ (Ολυμπιακός και ΠΑΟ). Την πραγματικότητα παραδέχτηκε ο πρόεδρος της Σούπερ Λίγκας Γιάννης Βαρδινογιάννης: «Χωρίς την πολιτεία δε θα είχαμε κάνει απολύτως τίποτα». Και προφανώς δεν εννοούσε μόνο το «ζεστό» χρήμα, αλλά και τις υπόλοιπες πλουσιοπάροχες προσφορές, όπως απαλλαγή από χρέη κλπ.

Η ΕΡΤ – προφανώς με κυβερνητική εντολή – πριμοδότησε τους κυρίους Κόκκαλη και Βαρδινογιάννη με 38 εκατ. ευρώ, αγοράζοντας τα τηλεοπτικά δικαιώματα των ΠΑΕ Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού. Ποσά σχεδόν διπλάσια από αυτά που θα έδιναν τα ιδιωτικά κανάλια… Τα χρήματα αυτά αναλογούν στο κόστος 90 αγώνων ελληνικού πρωταθλήματος. Και είναι περίπου τα ίδια με 190 παιχνίδια από Μουντιάλ, EURO και Τσάμπιονς Λιγκ! Στους δύο επιχειρηματίες πάνε περίπου τα μισά από τα έσοδα που προκύπτουν, για την ΕΡΤ, από την αύξηση του τέλους που επέβαλε η κυβέρνηση

Την ίδια στιγμή, το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο οδηγήθηκε σε πλήρη ισοπέδωση. Η οικονομική ενίσχυση παραμένει πολύ περιορισμένη, στα 1.000 – 2.000 ευρώ και αυτά με καθυστέρηση δύο και τριών χρόνων, όταν ο προϋπολογισμός ενός σωματείου ξεκινάει από τα 40.000 και φτάνει στα 150.000 ευρώ, ανάλογα με τα παιδιά που έχουν στις ακαδημίες, τον κόσμο που απασχολούν, κλπ. Αυτά σε συνδυασμό με το θεσμικό πλαίσιο, οδηγούν τα σωματεία στα χέρια τοπικών επιχειρηματιών που ενδιαφέρονται για την προβολή τους και το κάθε είδους κέρδος. Με τον τρόπο αυτό και το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο, στην πλειοψηφία του, έγινε μια μικρογραφία του επαγγελματικού.

Με τις ευλογίες της Σούπερ Λίγκα τροποποιήθηκαν και οι κανονισμοί. Έτσι, για να τιμωρηθεί με ποινή «κεκλεισμένων των θυρών» μια ΠΑΕ, πρέπει το γήπεδο να γίνει «Βιετνάμ». Αλλιώς τιμωρείται με πρόστιμο, ενώ σε μια επίδειξη «δημοκρατίας και διαφάνειας» αποφάσισαν οι εκδικάσεις των υποθέσεων να γίνονται χωρίς την παρουσία δημοσιογράφων…

Φαινόμενα, όμως, όπως η ανάρτηση πανό με το σύνθημα «Σούπερ Λίγκα. Κάθε αγώνας… μια αρπαχτή», πατάσσονται «δια ροπάλου». Άλλωστε οι φίλαθλοι «δικαιούνται» μόνο να πληρώνουν, όχι να έχουν γνώμη και αντιρρήσεις…

Σήμερα

Το κεντρικό πρόβλημα στο ελληνικό ποδόσφαιρο σήμερα, δεν είναι η αντίθεση μεταξύ Βορρά – Νότου, μεταξύ Αθήνας – Θεσσαλονίκης κλπ. Η εύνοια που απολαμβάνουν κατά κύριο λόγο οι τρεις μεγάλες ομάδες των Αθηνών οφείλεται στην οικονομική και πολιτική δύναμη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων που σφετερίζονται και εκμεταλλεύονται όλα αυτά τα χρόνια τις ιστορικές αυτές ομάδες. Το ότι οι μεγαλοεπιχειρηματίες επιλέγουν αυτές τις ομάδες συνδέεται με τις μεγάλες δυνατότητες κερδοφορίας και κοινωνικήςπολιτικής παρέμβασης που δίνει η ιδιοκτησία αυτών των συγκεκριμένων ομάδων, λόγω του μεγάλου αριθμού οπαδών που διαθέτουν και όχι με την γεωγραφική τους θέση.

Η τραγική σημερινή πραγματικότητα στο ελληνικό ποδόσφαιρο έχει τις ρίζες της στην εμπορευματοποίηση του, στην λειτουργία του ποδοσφαίρου στη λογική της «ομάδας-επιχείρησης».

Η λειτουργία του ποδοσφαίρου στη λογική της «ομάδας-επιχείρησης» σημαίνει επικράτηση στο αγαπημένο μας άθλημα των ανελέητων «νόμων της αγοράς». Ανταγωνισμοί δηλαδή χωρίς όρια, συγκέντρωση ισχύος σε λίγους και αποδυνάμωση έως εξαφάνιση των πιο αδύνατων.

Έτσι φτάσαμε στον εμπορευματοποιημένο ποδόσφαιρο του τηλεοπτικού χρηματιστηρίου, της «παράγκας», των «σικέ» παιχνιδιών, του «πάμε στοίχημα», των επιχειρηματιών-σωτήρων, που διαπλέκονται με την πολιτική εξουσία.

Οι ίδιες και οι ίδιες «ομάδες-επιχειρήσεις» πρωταγωνιστούν συνεχώς, ενώ οι υπόλοιπες μοιάζουν να υπάρχουν ως κομπάρσοι, μόνο και μόνο για να έχουν να παίζουν οι μόνιμοι «διεκδικητές του τίτλου». Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ιστορικές ομάδες βρέθηκαν τα τελευταία χρόνια στα πρόθυρα της διάλυσης.

Πρέπει να είναι αφελής κάποιος για να πιστέψει αυτά που προπαγανδίζουν χρόνια τώρα διάφοροι πληρωμένοι αθλητικοί δημοσιογράφοι ότι τάχα «ο πρόεδρος βάζει λεφτά από την τσέπη του», ή «χάνει τα λεφτά του για το καλό της ομάδας» και διάφορα άλλα …συγκινητικά που λέγονται και γράφονται για να νομιμοποιήσουν την παρουσία τους στο «τιμόνι» των ποδοσφαιρικών ομάδων.

Οι οικονομικά ισχυροί που έχουν στην ιδιοκτησία τους τις «ομάδες-επιχειρήσεις» κερδίζουν όχι μόνο οικονομικά αλλά και πολιτικά αφού, εκτός των ποδοσφαιρικών ΠΑΕ, οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι έχουν ταυτόχρονα στην ιδιοκτησία τους και ΜΜΕ αλλά και άλλες δραστηριότητες (στον πολιτισμό, στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην ψυχαγωγία), αποκτώντας έτσι πολύπλευρες δυνατότητες παρέμβασης στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου.

Πολλοί απ’ αυτούς χρωστάνε δισεκατομμύρια στο Δημόσιο, άλλοι μπήκαν φυλακή αλλά γρήγορα βγήκαν, άλλοι με εφαλτήριο την κοινωνική αναγνώριση που τους δίνει η θέση του ιδιοκτήτη της ΠΑΕ και με μοχλό πίεσης τους αδαείς φιλάθλους της «ομάδας του» έχουν ανοίξει ή επεκτείνει τις μπίζνες τους.

Έτσι πήραν «θαλασσοδάνεια», αποκτούν δουλιές μέσα από το Δημόσιο για κατασκευαστικά έργα, παίρνουν προμήθειες, φοροαπαλλάσσονται, τους χαρίζονται γήπεδα-εμπορικά πολυκαταστήματα σαν αυτό που θα γίνει στον Ελαιώνα, ιδιοποιούνται τεράστια διαφημιστικά έσοδα από τη μετάδοση των αγώνων κ.λπ. Κέρδη με τη σέσουλα δηλαδή, που τα πληρώνουμε ΟΛΟΙ εμείς που έχουμε ως κοινό παρονομαστή την αγάπη μας για την ομάδα.


Αυτό που γίνεται, με απλά λόγια, είναι ότι οι επιχειρηματίες αυξάνουν τα κέρδη τους εκμεταλλευόμενοι την αγάπη εκατομμυρίων φιλάθλων προς την ομάδα τους. Πουλάνε το προϊόν-ποδόσφαιρο, την αθλητική εφημερίδα και τα σύμβολα της ομάδας που σφετερίζονται.

Όσον αφορά τη βία στα γήπεδα, που επιμελώς αποκρύπτεται η σχέση της με τα κοινωνικά προβλήματα και την σάπια πραγματικότητα του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, αυτή πλέον αποτελεί το άλλοθι, το πάτημα για να προωθηθούν μια σειρά σχεδιασμοί, μετατρέποντας τα γήπεδα σε χώρους-πιλότους εφαρμογής επικίνδυνων μέτρων: Κάμερες παρακολούθησης, ηλεκτρονικό φακέλωμα μέσω των εισιτηρίων, αυξημένες αρμοδιότητες των δυνάμεων καταστολής, «Εθνικό Γραφείο Πληροφοριών Ποδοσφαίρου», «Γραφεία Πρόληψης Οργανωμένης Αθλητικής Βίας» (στις Υποδιευθύνσεις Κρατικής Ασφάλειας), παραχώρηση της αστυνόμευσης σε ιδιώτες κ.λπ.

Στόχος τους, η νομιμοποίηση αυτών των μέτρων στη συνείδηση των φιλάθλων ώστε αύριο να μεταφερθούν τα ίδια μέτρα και στους δρόμους, στο εργοστάσιο, το (ιδιωτικοποιημένο) πανεπιστήμιο κλπ…

Read Full Post »

« Newer Posts - Older Posts »